- ορτυγοκοπία
- ὀρτυγοκοπία, ἡ (Α) [ορτυγοκόπος]παιδιά κατά την οποία τοποθετούσαν μέσα σε εγγεγραμμένο στο έδαφος κύκλο ένα ορτύκι ειδικά γυμνασμένο, που ο ορτυγοκόπος τό χτυπούσε με τον λιχανό δάκτυλό του ή αποσπούσε τα φτερά τού κεφαλιού του, παιδιά στην οποία νικητής θεωρούνταν το ορτύκι, αν υπέμενε τα χτυπήματα και την απόσπαση τών φτερών του, χωρίς να βγαίνει έξω από τη γραμμή τού κύκλου.
Dictionary of Greek. 2013.